Οι κοσμικές χαρές είναι υλικές χαρές!
Παίσιος Λόγοι Α – Κεφάλαιο 3.
– Γέροντα, συχνά κοσμικοί άνθρωποι λένε ότι αισθάνονται ένα κενό, ενώ έχουν όλα τα καλά.
– Η πραγματικη, η γνησια χαρα βρισκεται κοντα στον Χριστο.
Αν συνδεθείς μαζί Του με την Προσευχή, θα δεις πληρωμένη την ψυχή σου. Οι κοσμικοί την χαρά την ζητούν στις απολαύσεις. Μερικοί πάλι πνευματικοί άνθρωποι την ζητούν σε θεολογικές συζητήσεις, ομιλίες κ.λπ. Και όταν τελειώσουν αυτά, μένουν με ένα κενό και αναρωτιούνται τί θα κάνουν στην συνέχεια.
Είτε αμαρτωλά είτε αδιάφορα είναι αυτά με τα οποία ασχολούνται, το ίδιο είναι. Δεν πηγαίνουν τουλάχιστον να κοιμηθούν, να είναι ξεζαλισμένοι το πρωί στην δουλειά τους;
Εκπληρώνοντας τις κοσμικές επιθυμίες της καρδιάς, δεν έρχεται η πνευματική χαρά, άγχος έρχεται. Η κοσμική χαρά φέρνει και το άγχος στους πνευματικούς ανθρώπους.
Η κοσμική χαρά δεν είναι μόνιμη, αληθινή χαρά, είναι μία χαρά πρόσκαιρη, εκείνης της στιγμής. Αυτή είναι υλική χαρά, δεν είναι πνευματική, από υλικές χαρές όμως δεν «γεμίζει» η ψυχή του ανθρώπου. Ίσα-ίσα γεμίζει σαβούρα μέσα.
Όταν νιώσουμε την πνευματική χαρά, δεν θα θέλουμε την υλική χαρά. «Χορτασθήσομαι εν τω οφθήναι μοί την δόξαν σου!» . Η κοσμική χαρά δεν ξεκουράζει τον πνευματικό άνθρωπο, τον κουράζει. Βάλε έναν πνευματικό άνθρωπο σ’ ένα κοσμικό σπίτι.
Δεν ξεκουράζεται. Και ο κοσμικός άνθρωπος νομίζει ότι ξεκουράζεται, αλλά βασανίζεται. Το αίρεται εξωτερικά, αλλά μέσα του δεν ευχαριστιέται, βασανισμένος είναι.
– Με την κοσμική τάξη, Γέροντα, σε πιάνει ασφυξία.
– Και ασφυξια τους πιανει και τα θελουν κιολας, οπως ο βατραχος τρεχει στο στομα του φιδιου.
Το φίδι κάθεται απέναντι από την στέρνα και κοιτάζει συνέχεια τον βάτραχο. Αν ξεγελασθει ο βάτραχος και κοιτάξει το φίδι, ηλεκτρίζεται, ζαλίζεται και τρέχει φωνάζοντας στο στόμα του φιδιού. Μετά το φίδι τον δαγκάνει και τον δηλητηριάζει, για να μη χτυπιέται. Τότε φωνάζει ο βάτραχος, αλλά, και να τον γλυτώσεις, έχει δηλητηριασθεί και θα ψοφήσει.
– Γέροντα, γιατί οι άνθρωποι χαίρονται με τα κοσμικά πράγματα;
– Δεν σκεφτονται την αιωνιοτητα οι σημερινοι ανθρωποι.
Η φιλαυτία τους κάνει να ξεχνούν ότι θα χαθούν τα πάντα. Δεν έχουν συλλάβει το βαθύτερο νόημα της ζωής. Δεν νιώσανε άλλες, ουράνιες χαρές. Δεν σκιρτά η καρδιά τους για κάτι ανώτερο. Δίνεις λ.χ. σε κάποιον ένα κολοκύθι. «Τι ωραίο κολοκύθι!». λέει.
Του δίνεις ανανά, «Ο ανανάς έχει λέπια», σού λέει και τον πετάει, γιατί δεν έφαγε ποτέ. Ή πές σε έναν τυφλοπόντικα: «Τί ωραίος είναι ο ήλιος!»,αυτός πάλι θα χωθει μέσα στο χώμα.
Όσοι αναπαύονται μέσα στον υλικό κόσμο, μοιάζουν με τα ανόητα πουλάκια που δεν θορυβούν μέσα στο αυγό, για να σπάσουν το τσόφλι και να βγουν έξω, να χαρούν τον ήλιο – το ουράνιο πέταγμα στην παραδεισένια ζωή –, αλλά παραμένουν ακίνητα και πεθαίνουν μέσα στο τσόφλι του αυγού.
ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ ΛΟΓΟΙ – Α – ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3