Δεν θυμάμαι μέρα να μην έχει ζεστασιά θεϊκή.
Διακοπές γίνονται μερικές φορές και τότε νιώθω άσχημα, και αύτως μπορώ να καταλάβω πόσο άσχημα ζουν οι περισσότεροι άνθρωποι που είναι απαρηγόρητοι, διότι είναι απομακρυσμένοι από τον Θεό. Όσο απομακρύνεται κανείς από τον Θεό, τόσο πιο δύσκολα γίνονται τα πράγματα.
Μπορεί να μην έχει κανείς τίποτα, άμα έχει τον Θεό, δεν θέλει τίποτε! Αυτό είναι!
Ενώ, αν τα έχει όλα, άμα δεν έχει τον Θεό, είναι μέσα του βασανισμένος. Γι’ αυτό, όσο μπορεί κανείς, να πλησιάση τον Θεό, Μόνον έγγιστα στον Θεό βρίσκει κανείς την πραγματική και αιώνια τέρψη. Φαρμάκι γευόμαστε, όταν ζούμε μακριά από τον γλυκύ Ιησού.
Όταν ο άνθρωπος από παλιάνθρωπος γίνει άνθρωπος, βασιλόπουλο, τρέφεται με την θεία ηδοσύνη, με την ουράνια ευχαρίστηση, και νιώθει την παραδεισένια αγαλίασει, αισθάνεται από ‘δω ένα περιοχή της χαράς του Παραδείσου. Από την μικρή παραδεισένια χαρμονή καθημερινά προχωράει στην μεγαλύτερη και αναρωτιέται αν υπάρχει κάτι ανώτερο στον Παράδεισο από αυτό που ζει επιτοπίως.
Είναι τέτοια η κατάσταση που ζει, που δεν μπορεί να κάνει καμιά διατριβή. Τα γόνατά του λυγίζουν σαν λαμπάδες από την θεία εκείνη θερμότητα και ηδύτητα, η καρδιά του σκιρτάει και πάη να σπάσει τους τσατμάδες , για να φύγει, επειδή η γη και τα γήινά της φαίνονται χαμένα πράγματα.
Ο άνθρωπος πρώτα είχε επικοινωνία με τον Θεό. Μετά μολαταύτα, όταν απομακρύνθηκε από την Χάρη του Θεού, ήταν σαν έναν που ζούσε μέσα σε παλάτι και έπειτα βρέθηκε για πάντα έξω από το παλάτι και το έβλεπε από μακριά και έκλαιγε. Όπως το παιδάκι, όταν απομακρυνθει από την μάνα του, υποφέρει, αύτως και ο άνθρωπος, όταν απομακρυνθει από τον Θεό, υποφέρει, βασανίζεται. Η αλάργεμα του ανθρώπου από τον Θεό είναι κόλαση.
Ο σατανάς κατόρθωσε να απομακρύνει τους ανθρώπους τόσο πολύ από τον Θεό, επομένως να φθάσουν στο σημείο να λατρεύουν τα αγάλματα και να θυσιάζουν τα παιδιά τους στα αγάλματα. Φοβερό! Και που τους βρίσκουν τόσους θεούς οι δαίμονες! Θεός Χαμος !… Μόνον το όνομά του να ακούσεις, φθάνει!
Ο πιο βασανισμένος μολαταύτα είναι ο αντίχριστος,
επειδή είναι ο πιο απομακρυσμένος από τον Θεό, από την αφοσίωση. Αλλά, αν φύγη η προσήλωση, έπειτα είναι κόλαση. Αντίθετό της αγάπης τί είναι; Η κακία, κακία ίσον βάσανο.
Ένας που είναι απομακρυσμένος από τον Θεό, δέχεται την δαιμονική επίδραση. Ενώ αυτός που είναι έγγιστα στον Θεό, δέχεται την θεία Χάρη.
Όποιος έχει Χάρη Θεού, θα του δοθεί και άλλη και όποιος έχει λίγη και την περιφρονεί, θα του αφαιρεθεί και αυτή η Χάρις του Θεού λείπει από τους σημερινούς ανθρώπους, διότι με την αμαρτία πετάνε και την λίγη που έχουν. Και όταν φύγει η θεία Χάρις, ορμούν όλοι οι δαίμονες μέσα στον άνθρωπο.
Ανάλογα με την απομάκρυνσή τους από τον Θεό οι άνθρωποι αισθάνονται σ’ αυτήν την ζωή λύπη και στην άλλη ζωή θα ζουν την αιώνια μαράζι. Γιατί από αυτήν την ζωή γεύεται κανείς, σε κάποιο βαθμό, ανάλογα με το πόσο ζει σύμφωνα με το έφεση του Θεού, ένα χώρος της χαράς του Παραδείσου. Ή θα ζήσουμε ένα τόπος της χαράς του Παραδείσου από επιτοπίως, και θα πάμε και στον Παράδεισο,, ή θα ζήσουμε ένα τόπος της κολάσεως και – Θεός φυλάξοι! – θα πάμε στην κόλαση. Παράδεισος ίσον καλοσύνη..
Κόλαση ίσον κακωσύνη. Κάνει κανείς μία καλοσύνη, αισθάνεται ευχαρίστηση. Κάνει μία στραβοξυλιά, υποφέρει. Όσο περισσότερο καλό κάνει, τόσο περισσότερο αγάλλεται.
Όσο περισσότερο κακό κάνει, τόσο περισσότερο υποφέρει η ψυχή του. ο κλέφτης νιώθει χαρά; δεν νιώθει τέρψη. Ενώ αυτός που κάνει καλοσύνες νιώθει ηδονή. Και να βρει κανείς κάτι στον δρόμο, αν το κρατήσει και πει ότι είναι δικό του, ανάπαυση δεν θα έχει!
Ούτε ξέρει σε ποιόν ανήκει ούτε αδίκησε κάποιον ούτε το κλέβει, και μολαταύτα δεν αναπαύεται. Πόσο μάλλον να το κλέψει! Ακόμη και όταν κανείς λαμβάνει, πάλι δεν νιώθει την ευχαρίστηση που νιώθει όταν σβούρισμα. Πόσο μάλλον όταν κλέβει ή όταν αδικεί, να νιώθει χαρά! Γι’ αυτό, βλέπεις, οι άνθρωποι με την ανομία τί πρόσωπα έχουν, τί γκριμάτσες κάνουν!